
Το Eurogroup, παρά τον άτυπο χαρακτήρα του, αποτελεί το όργανο όπου διαμορφώνεται το πολιτικό κλίμα της οικονομικής διακυβέρνησης του ευρώ. Εκεί συγκρούονται προτεραιότητες, χτίζονται συναινέσεις και προετοιμάζονται οι αποφάσεις που αργότερα λαμβάνουν θεσμική μορφή στο ECOFIN και στο Συμβούλιο της ΕΕ. Ο πρόεδρος δεν είναι εκτελεστικό όργανο και δεν αποφασίζει μόνος του. Είναι, όμως, ο ρυθμιστής της συζήτησης, εκείνος που καθορίζει την ατζέντα και τον τόνο. Για μια χώρα σαν την Ελλάδα, η ανάληψη αυτού του ρόλου έχει ισχυρό συμβολισμό επιστροφής στην ευρωπαϊκή κανονικότητα.
Ακριβώς αυτή η θεσμική βαρύτητα εξηγεί και τον θόρυβο που ακολούθησε την είδηση, στα κοινωνικά δίκτυα. Τις τελευταίες ημέρες αναπτύχθηκαν αφηγήσεις που αποδίδουν στον νέο πρόεδρο του Eurogroup ρόλους και αρμοδιότητες που απλώς δεν υφίστανται. Ισχυρισμοί περί προσωπικής εμπλοκής σε κυρώσεις ή περί καθοριστικού ρόλου του Eurogroup στην κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στο Βέλγιο δεν αντέχουν σε στοιχειώδη θεσμικό fact checking. Το πρόβλημα δεν είναι, φυσικά, η κριτική. Στις μέρες μας ο καθένας λέει ότι θέλει, χωρίς να υφίσταται τις συνέπειες των λόγων του. Η πλήρης σύγχυση γύρω από το πώς λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως είναι τεράστιο θέμα. Το οποίο γίνεται πολύ μεγαλύτερο όταν μάλιστα τέτοιες αφηγήσεις αναπαράγονται από πρόσωπα με θεσμική παρουσία στην Ευρωβουλή (ΝΔ) και ιδιαίτερο υψηλό οικονομικό προφίλ που δημιουργεί προσδοκία γνώσης. Εκεί το πρόβλημα δεν είναι πια η φήμη, αλλά το γεγονός ότι η προκαλούμενη σύγχυση αποκτά κύρος.
Τα ρωσικά κινητά assets που βρίσκονται στο Βέλγιο, κυρίως στην Euroclear, είναι δεσμευμένα στο πλαίσιο κυρώσεων. Δεν έχουν κατασχεθεί. Η διαφορά είναι θεμελιώδης. Η δέσμευση είναι προσωρινό, αναστρέψιμο διοικητικό μέτρο. Η κατάσχεση συνεπάγεται μόνιμη αφαίρεση κυριότητας και απαιτεί σαφή νομική βάση, εθνική νομοθεσία και πλήρη δικαστικό έλεγχο. Δεν είναι πολιτική απόφαση ενός άτυπου οργάνου, αλλά πράξη που αγγίζει τον πυρήνα του κράτους δικαίου.
Το Eurogroup δεν νομοθετεί, δεν εκδίδει δεσμευτικές πράξεις και δεν μπορεί να υπαγορεύσει ενέργειες σε κράτη-μέλη. Ο πρόεδρός του, ακόμη λιγότερο, δεν διαθέτει εκτελεστική εξουσία. Οποιαδήποτε ουσιαστική απόφαση για κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων στο Βέλγιο θα έπρεπε να ληφθεί εντός του ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου και να εφαρμοστεί από τις βελγικές αρχές, υπό τον έλεγχο των δικαστηρίων. Κάθε άλλη εκδοχή ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας.
Αν, υποθετικά, το Eurogroup μπορούσε να επηρεάσει άμεσα μια τέτοια απόφαση, οι συνέπειες θα ήταν τεράστιες. Θα σήμαινε ουσιαστική απώλεια εθνικής κυριαρχίας του Βελγίου ή/και της κάθε χώρας που δεν βρίσκεται σε πρόγραμμα προσαρμογής (η βασική διαφορά με την Ελλάδα από το 2010, έως το 2019). Θα είχαμε ένα άτυπο ευρωπαϊκό όργανο να υπερβαίνει την εθνική έννομη τάξη και να υπαγορεύει αποφάσεις εθνικής δικαιοδοσίας. Όπως επίσης, έμμεση αμφισβήτηση της ανεξαρτησίας των θεσμών που εποπτεύουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, με προφανείς προεκτάσεις για την κεντρική τράπεζα και την αξιοπιστία του Βελγίου στο ευρωπαϊκό και διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βέβαια, δεν έχει εγκαταλείψει την προοπτική κατάσχεσης ρωσικών περιουσιακών στοιχείων. Η συζήτηση έχει μετατοπιστεί από το "αν" στο "πώς", με την αναζήτηση νομικών εργαλείων που θα επιτρέψουν μόνιμη μεταφορά κεφαλαίων χωρίς να διαρραγεί το ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο. Η δυσκολία δεν είναι πολιτική αλλά θεσμική. Η κατάσχεση ξένων κρατικών assets χωρίς σαφή διεθνή δικαιοδοτική απόφαση δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο, ικανό να στραφεί αύριο εναντίον κρατών-μελών ή ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών κόμβων. Γι’ αυτό η διαδικασία προχωρά αργά και με έντονη νομική συζήτηση και θωράκιση.
Αν η προσπάθεια αυτή ολοκληρωθεί, θα προκύψει από συνδυασμό ευρωπαϊκής νομοθεσίας, εθνικής εφαρμογής και δικαστικής κρίσης, όχι από άτυπα όργανα ή πρόσωπα. Το Βέλγιο θα διατηρήσει τον πλήρη έλεγχο της έννομης τάξης και της εποπτείας των θεσμών του. Οποιαδήποτε άλλη διαδρομή, είτε με το Eurogroup ή τον πρόεδρό του σε ρόλο κάποιου βαθμού επιβολής, είτε όχι, θα σήμαινε απώλεια εθνικής κυριαρχίας και σοβαρή υπονόμευση της ανεξαρτησίας των χρηματοπιστωτικών θεσμών, όριο που η ίδια η ΕΕ γνωρίζει ότι δεν μπορεί να υπερβεί χωρίς πλήρη, παγκόσμια απώλεια αξιοπιστίας.
Η ουσία, λοιπόν, δεν βρίσκεται στον θόρυβο των social media αλλά στη θεσμική μετατόπιση που σηματοδοτεί η εκλογή Πιερρακάκη. Η Ελλάδα δεν αποκτά υπερεξουσίες, ούτε ρόλο τιμωρού. Αποκτά θέση στο τραπέζι όπου διαμορφώνεται η πολιτική ισορροπία της Ευρωζώνης, επανέρχεται στον πυρήνα της. Και αυτό είναι ταυτόχρονα αναγνώριση και ευθύνη. Το αν και πώς θα αξιοποιηθεί, είναι ζήτημα πολιτικής ωριμότητας και συνέχειας, όχι διαδικτυακών φημών και ανυπόστατης πολυλογίας.
Πέτρος Λάζος
petros.lazos@capital.gr
Το άρθρο έχει 20 σχόλια
Γράψτε το σχόλιο σας